ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ
θεολογικά πρότερα

 

     Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἦταν μόνο ψυχή, θά ἀρκοῦσε ἡ νοερή ἐνέργειά του γιά νά ἐπικοινωνήσει ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλο, ἀκόμα καί μέ τούς ἀγγέλους. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος εἶναι καί ψυχή καί σῶμα. Δέν ἔχει ἁπλῶς σῶμα, εἶναι καί σῶμα.

    Αὐτή ἡ ἀλήθεια γεννᾶ μιά ἄλλη ἀλήθεια πού ἀφορᾶ στόν τρόπο ἐπικοινωνίας τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους. Ἀπαιτεῖται μιά γλῶσσα ἐπικοινωνίας καί πρωτίστως προφορική ἔναρθρη. Ὁ ἔναρθρος προφορικός λόγος εἶναι φυσικό προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ὁ γραπτός λόγος ὑφίσταται κατά σύμβαση καί θέση. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό καί πέρα οἱ ἑκάστοτε κοινωνικές συμβάσεις, ἡ ἱστορική ἐξέλιξη καί τά διαφορετικά περιβάλλοντα, σέ διαφορετικούς λαούς, συνθέτουν ἕνα πολυποίκιλο οἰκοδόμημα γλωσσικό τό ὁποῖο καθορίζει ἀπό αἰῶνες τόν τρόπο τῆς ἀνθρώπινης ἐπικοινωνίας. Μέσα στήν ἐξέλιξη τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ τά μέσα πού διευκόλυναν τήν ἐπικοινωνία ἦταν κάτι πού καλοδέχτηκαν οἱ λαοί. Καθοριστικός παράγοντας στήν ἀνθρώπινη ἐπικοινωνία, ἰδιαίτερα ἀπό τόν 20ο αἰῶνα καί ἐντεῦθεν ἦταν ἡ τεχνολογική-ἐπιστημονική ἐξέλιξη καί οἱ θεαματικές ἐφαρμογές της. Οἱ τρόποι ἐπικοινωνίας δέθηκαν κατά πολύ μέ τά τεχνολογικά μέσα πού τήν καθιστοῦν ἐφικτή. Ἀπό τό ἀρχικά ἐνσύρματο τηλέφωνο ἕως τίς ὀπτικές ἴνες, τή δορυφορική ἐπικοινωνία, τήν τηλεδιάσκεψη καί τή συνεχῶς διευρυνόμενη διαδικτυακή-ἰντερνετική ἐπικοινωνία, γίνεται κατανοητό ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι πραγματικότητες μέ ἄφευκτο διαμεσολαβητή ἕνα σύγχρονο τεχνικό ἐπίτευγμα. Ἡ σύγχρονη τεχνολογία ἡ ὁποία ἐξελίσσεται μέ γρήγορους ρυθμούς καί συστήνει συνεχῶς καινούργιες ψηφιακές δομές στίς ὁποῖες εἰσάγονται καί ἐγκλιματίζονται οἱ χρῆστες ἄμεσα καί παγκοσμίως, γίνεται συλλήβδην ἀποδεκτή δίχως ἐξονυχιστικό ἔλεγχο καί ἐπίγνωση τῶν ἀδυναμιῶν ἤ καί κινδύνων πού συνεισάγουν οἱ νέες ψηφιακές δομές.

    Τό ἀναμφισβήτητο κῦρος πού κατέχει ἡ πληθώρα τῶν μορφῶν ψηφιακῆς ἐπικοινωνίας καί γνώσης δέν μποροῦν νά παραβλεφθοῦν καί νά προσπεραστοῦν ἀδιάφορα ἀπό κανένα ἄνθρωπο πού ζεῖ καί ἐπικοινωνεῖ, συνεπῶς οὔτε ἀπό τήν ἐκκλησιαστική κοινότητα. Ἐγείρεται ὅμως πιεστικά τό ἐρώτημα ἤ τά ἐρωτήματα γιά τή λυσιτέλεια, τή χρεία καί τό εὕρος χρήσης πού μπορεῖ νά ἔχει ἡ υἱοθέτηση καί πρόσληψη μιᾶς κάποιας ψηφιακῆς δομῆς ἤ καί ὅλων (website, forum, facebook, twitter, κ.ἄ.). Εἶναι συμβατές οἱ συγκεκριμένες δομές καί πόσο μέ τό χριστιανικό μήνυμα; Ἡ πρόσληψή τους εἶναι παντελῶς ἄκριτη καί ἀπροϋπόθετη ἤ γίνεται βάσει κάποιων κριτηρίων; Ἄν ὑφίστανται κριτήρια, ποιά εἶναι; Ἡ μερική ἤ συνολική προσληψή τους μᾶς δίνει περιθώρια νά καλλιεργοῦμε ὑψηλές ἤ χαμηλές προσδοκίες γιά τά ἀναμενόμενα ἀποτελέσματα; Μήπως ἡ γοητεία πού ἀσκοῦν καί ἡ χρηστικότητα πού διαπιστώνεται σέ ἄλλες ἐπιστῆμες καί τομεῖς τῆς ζωῆς, δέν ἔχει περιθώρια ἐφαρμογῆς καί δέν ἀνταποκρίνεται μέ εὐχέρεια στό χριστιανικό εὐαγγέλιο καί τήν ἐκκλησιαστική παράδοση; Μήπως δηλαδή προσδοκοῦμε καί ἐπενδύουμε πολλά, ἐνῶ τά ἀποτελέσματα εἶναι πενιχρά;

    Δέν εἶναι δυνατόν στό στενό πλαίσιο μιᾶς εἰσαγωγικῆς τοποθέτησης νά καλυφθοῦν μέ ἀπαντήσεις τόσα πολλά καί τέτοιας σπουδαιότητας ἐρωτήματα. Τά σχόλια πού ἀκολουθοῦν ἔχουν τή θέση μιᾶς πρωτόλειας θεολογικῆς τοποθέτησης μή συντελεσμένης καί ὑπό διαμόρφωση.

    Ὑπό τό πρίσμα τῆς συμβατότητας καί ἀσυμβατότητας μεταξύ ψηφιακῶν δομῶν καί χριστιανικοῦ μηνύματος ἐντοπίζουμε ἕνα καταρχήν στοιχεῖο συμβατότητας. Τόσο τό ὅραμα ἑνός ψηφιακοῦ κόσμου καί τῆς ἐπικοινωνίας τῶν χρηστῶν πού κατορθώνει ὅσο καί τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ κοινή οἰκουμενική βλέψη καί στόχευση. Τό χριστιανικό μήνυμα ἀπευθύνεται σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί τούς θεωρεῖ δυνάμει ἀποδέκτες του (εἴτε τό δεχθοῦν εἴτε τό ἀπορρίψουν). Παρόμοια καί οἱ ψηφιακές δομές κινοῦνται σέ παγκόσμια κλίμακα καί μέ οἰκουμενική προοπτική πού μεταφράζεται στή μετοχή ὅλων ἐξίσου στήν ἐπικοινωνία, τή γνώση καί μάθηση, τό ἐμπόριο, εἴτε θέλεις καί μετέχεις σ’αὐτή τή δυνατότητα εἴτε ὄχι (ἄν τήν ἀπορρίπτεις).

    Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο μᾶλλον ἀσυμβατότητας ἤ, καλύτερα εἰπωμένο, τομῆς καί ὑπέρβασης τῶν ψηφιακῶν δομῶν εἶναι ὁ τελικός καί ἔσχατος ὁρίζοντας τῆς ἐπικοινωνίας. Γιά τόν ψηφιακό κόσμο ἡ ἐπικοινωνία εἶναι σαφῶς συνυφασμένη μέ τά ὅρια τῆς γήϊνης πραγματικότητας καί ἔχει ἕναν ἀπόλυτα ἐνδοκοσμικό καί ἀνθρωποκεντρικό χαρακτήρα. Γιά τήν Ἐκκλησία τό μήνυμα τοῦ εὐαγγελίου, ἄν καί ἐκτείνεται καταρχήν ἐντός τοῦ κόσμου, ἐπειδή ἔχει θεανθρωποκεντρικό χαρακτήρα ἀνοίγεται καί ἐκτείνεται σέ ὑπερκόσμιες πραγματικότητες, διαπερνᾶ καί ὑπερβαίνει τήν ἐνδοκοσμικότητα χωρίς νά τήν παρακάμπτει, καί κατευθύνει τόν ἄνθρωπο στήν τελική του ἀναφορά, τόν Χριστό.

    Μιά παράμετρος μέ ἰδιαίτερη βαρύτητα εἶναι ἡ διαφοροποίηση πού ἐμφαίνεται μεταξύ τῶν δύο δομῶν (ψηφιακός κόσμος- χριστιανική κοινότητα) ὅσον ἀφορᾶ τήν ὑπέρβαση καί κατάργηση τῶν ἐμποδίων καί ἀποστάσεων ἐπικοινωνίας, (συνακόλουθα τῆς πρόσβασης στή γνώση καί ἐνημέρωση, στήν ἀγορά ἀγαθῶν) μέσῳ τῆς χρήσης τῶν ψηφιακῶν δομῶν, πού ὅμως παρακάμπτουν μέ τόν τρόπο τους τή σωματικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἐμμονή καί διάρκεια στή χρήση τῶν ψηφιακῶν δομῶν καί ἡ δημιουργούμενη ψευδαίσθηση τῆς κατάργησης τῶν τοπικῶν ἀποστάσεων σπρώχνει τή σωματική πλευρά τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου σέ μιά ἰδιότυπη ἀπομόνωση. Ὁ ψηφιακός κόσμος εἶναι ἀποστειρωμένος ἀπό τή σωματικότητα τῆς ὕπαρξης ἀκόμα καί ὅταν μέ τήν τεχνική παρέμβασή του στόν ἐγκέφαλο καί τά νεῦρα πού βρίσκονται σέ διαδραστική σχέση μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα ἐπιχειρεῖ νά ὑποκαταστήσει τή μετοχή τοῦ σώματος στή ζωή (π.χ. αἴσθημα κορεσμοῦ στήν ἀνάγκη τῆς πείνας, ἱκανοποίηση τῆς κάθε μορφῆς σεξουαλικότητας, θέα ἐπιθυμητῶν προσώπων, ἀντικειμένων ἤ καί κόσμων, ἄγγιγμα καί κράτημα προσώπων καί ἀντικειμένων, κ.ἄ.). Σέ ὅλα μπορεῖ πλέον ὁ ψηφιακός κόσμος καί ἡ τεχνολογία πού τόν συνοδεύει νά μᾶς προσφέρει ἰσχυρά ὑποκατάστατα.

    Τό πρόβλημα ξεπηδᾶ ἀπό τό ἐρώτημα γιά τήν ἀληθινή ταυτότητα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἄν ἐπικεντρώσουμε τήν προσοχή μας σ’αὐτό τό ἐρώτημα, ἄν δηλαδή ὁ ἄνθρωπος στήν βιολογική του, ἐνδοκόσμια ἐκδοχή, δέν φανερώνει πλήρως τήν ταυτότητά του, ἄν ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη προορίζεται σέ ἔσχατη ἀναφορά γιά ἕναν ἄλλο τρόπο ὑπάρξεως μέ τήν ἀνάλογη ἐκείνου τοῦ τρόπου σωματικότητα, καί ἄν ἡ πηγή αὐτοῦ τοῦ νέου τρόπου ὑπάρξεως πού θά πληρεῖ (γεμίζει) τόν ἄθρωπο βρίσκεται ἔξω ἀπό τά ὅρια τῆς ἱκανότητας καί παρέμβασης τοῦ ἀνθρώπου, τότε οἱ ψηφιακές δομές εἶναι κατ’ ἐλάχιστον ἀνεπαρκεῖς καί ἴσως ἐπιζήμιες. Κρίνονται ἐπιζήμιες στό μέτρο πού φιμώνουν τήν ἀνθρώπινη σωματικότητα μέ τήν τεχνητή μετοχή σέ μορφές ἱκανοποίησης καί αἴσθησης πού παρέχουν, ἐνῶ παράλληλα τήν ἐμποδίζουν νά δεῖ, νά προϊδεαστεῖ ἤ καί νά προγευθεῖ ὄχι τό προσωρινό ὑποκατάστατο τῆς σωματικῆς κοινωνίας ἀλλά τόν αἰώνιο τρόπο ὑπάρξεως πού ἁρμόζει ἀπό κατασκευῆς στόν ἄνθρωπο καί ὁ ὁποῖος θά χαριστεῖ στήν ὕπαρξή του ὥς δῶρο ἀπό τόν τριαδικό Θεό.

    Σέ καθημερινό ἐπίπεδο (καί ὄχι ἐργαστηριακό) ἡ ἀκοή καί ὅραση ἤδη καλύφθηκαν κατά πολύ ἀπό τήν τηλεδιάσκεψη. Μιά τρισδιάστατη ἐπικοινωνία μέ ἀνδρείκελα πού ἐκπροσωποῦν τόν χρήστη σέ ἕνα chat room, ἡ ὁποία ἐπικοινωνία θά δεσμεύει καί οἰονεί θά ἱκανοποιεῖ τήν ἀφή, σχεδόν ὑποκαθιστᾶ τή διασωματική ἀνθρώπινη ἐπικοινωνία καί ἐπαφή. Μέ ἀφορμή συνεπῶς τή δεδομένη σωματικότητα τοῦ ἀνθρώπου ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀπόλυτη ἀξία πού ἔχει, ὡς θεόσδοτη ἀφενός καί ὡς ἀναφαίρετο στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινης ὑπόστασης στά ἔσχατα ἀφετέρου, γιά τή χριστιανική πίστη, ἀλλά καί τοῦ τρόπου διαχείρισης πού τυγχάνει ἀπό τή σύχρονη τεχνολογία καί ἰδιαίτερα ἀπό τόν ψηφιακό-διαδικτυακό κόσμο, πρέπει νά ἐπανατεθεῖ ζωηρά τό ζήτημα τῆς ἀκεραιότητας τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Στήν ἀναζήτηση αὐτή ἡ θεολογική τοποθέτηση, φρονοῦμε, θά προσφέρει μιά ἄλλη θεώρηση γιά τό ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος καί ποιό τό τελικό μέλλον του, ὅπως ἤδη ὑπαινιχθήκαμε, σέ σύγκριση μέ ὅ,τι προσφέρει ἡ προσέγγιση τῶν ψηφιακῶν δομῶν. Τά ἐρωτήματα αὐτά ἀνοίγουν δυσεπίλυτα ζητήματα, ἄκρως ἐνδιαφέροντα γιά τή θεολογία καί τήν ἐπιστήμη τῆς πληροφορικῆς, καί μᾶς θέτουν μπροστά σέ ζητήματα ἐπιλογῶν, δηλαδή σέ ἠθικά διλήμματα πού ὅμως πρέπει ἐξάπαντος νά ἀντιμετωπιστοῦν.

    Σέ μιά εἰσαγωγική θεώρηση δέν εἶναι δυνατό νά ἐμβαθύνουμε παραπάνω στά ζητήματα πού μόλις θίξαμε. Ἐπιστρέφουμε στίς ἀρχικές μας παρατηρήσεις, γιά νά προσθέσουμε μιά ἄλλη σημαντική διάσταση τῆς διαδικτυακῆς ἐπικοινωνίας. Ἀποτελεῖ τεχνολογικό ἐπίτευγμα καί ἐξαίρετο τεχνικό μέσο στά χέρια τοῦ ἀνθρώπου πού σκοπό ἔχει νά τεθεῖ στήν ὑπηρεσία του, γιά τό ἀτομικό καί γενικό καλό. Ὡς μέσο καί ὄργανο ἡ τεχνολογία αὐτή συνιστᾶ μιά οὐδέτερη ἀξία, δέν εἶναι οὔτε καλή οὔτε κακή καθεαυτή. Μιά οὐδέτερη ἀξία εἶναι εὐκόλως οἰκεία στό χριστιανικό μήνυμα πού ἀναζητᾶ πρόσφορα μέσα διάδοσης τῆς πίστης του καί ἐπικοινωνίας μέ τά μέλη τῆς κοινότητάς του. Ἐξάλλου ἡ ἐκκλησία ἔχει μιά θησαυρισμένη ἐμπειρία ἀπό τήν πρόσληψη κατά τόν παρελθόντα αἰώνα καί ἄλλων τεχνολογικῶν μέσων, ὅπως τό ἠλεκτρικό φῶς καί τά μέσα ἠλεκτρικοῦ φωτισμοῦ, τά ἠχοσυστήματα, τά συστήματα ψύξης-θέρμανσης, τίς τηλεπικοινωνίες, κ.ἄ.). Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή ἀποτελεῖ καί τό διαδίκτυο ἕνα πρόσφορο ὄργανο στά χέρια μας. Αὐτό μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά τό χρησιμοποιήσει ἡ ἐκκλησία στήν οἰκουμενική προοπτική της, μολονότι ὁ χρήστης αὐτός καθαυτός ἔχει μιά τοπική ταυτότητα καί συγκεκριμένο χῶρο ζωῆς καί κίνησης (π.χ. ἐνορία, πόλη, κατοικία). Σέ τοπικό ἐπίπεδο θά δώσει τήν εὐκαιρία στήν (τοπική) ἐκκλησία νά ἐπικοινωνήσει μέ πρόσωπα πού κάνουν χρήση αὐτῶν τῶν δομῶν (ψηφιακῶν), τά ὁποῖα μέχρι σήμερα ἀγνοοῦμε καί αὐτά ἀγνοοῦν ἐμᾶς. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ διαδικτυακός κόσμος καθίσταται τόπος ἐπικοινωνίας, ψηφιακῆς συνεύρεσης καί συνάντησης ἀνθρώπων πού ἀναζητοῦν τήν ἐπικοινωνία, τή γνώση, τήν ἀπάντηση σέ κάποιο ἐρώτημα, τό σχόλιο σέ κάποιο θέμα. Μέσα ἀπό τή διάδραση πού ἐκπροσωπεῖ τήν πιό σύγχρονη μορφή διαλόγου θά εἰσαχθοῦμε ἀπό κοινοῦ στό ψηφιακό φόρουμ τῆς ἐνοριακῆς ἐστίας γιά νά ἀντιμετωπίσουμε ἐρωτήσεις, ἀπορίες, ἐνστάσεις, ὑπαρξιακές ἀγωνίες.

    Ἡ δική μας ταυτότητα εἶναι φανερή ἀλλά καί ἐν πολλοῖς ἄγνωστη στό νέο ἄνθρωπο, καθότι ὁ νεοέλληνας ἀλλά καί ὁ μετανάστης πού ζεῖ ἀνάμεσά μας δέν διακρίνονται γιά τή γνώση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί ἰδιαίτερα τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης. Δέν μπορεῖ νά προβλεφθεῖ πόσο μικρή ἤ μεγάλη θά εἶναι ἡ ἀπόκριση σέ τούτη τήν πρόσκληση τῆς ψηφιακῆς ἐνοριακῆς ἐστίας. Οἱ συνδιαλεγόμενοι μας ἐπιδιώκουμε νά εἶναι κυρίως νέα παιδιά (γυμνασίου –λυκείου), τῶν ὁποίων τήν ὕπαρξη ἀγνοοῦμε καί αὐτά ἀγνοοῦν τή δική μας. Δυστυχῶς εἶναι οἱ ἡλικίες πού ἀπουσιάζουν καταφανῶς ἀπό τήν ἐνοριακή ζωή. Ἡ ἐκκλησία ἀγωνιᾶ γιά τό μέλλον τῶν νέων παιδιῶν καί προσπαθεῖ σάν στοργική μητέρα νά κρατήσει κοντά τά παιδιά της. Γιά τό λόγο αὐτό δοκιμάζει πολλούς τρόπους προσέγγισης καί ἐπικοινωνίας μεταξύ τῶν ὁποίων καί τήν ψηφιακή, ἡ ὁποία γιά τίς συγκεκριμένες ἡλικίες πού προαναφέρθηκαν καθίσταται ὅλο καί περισσότερο ὁ κυριότερος ἄν ὄχι ὁ μοναδικός τρόπος. Τό ἐνοριακό διαδικτυακό φόρουμ φιλοδοξεῖ νά συναντήσει νέους ἀνθρώπους καί νά μοιραστεῖ τή ζωή μαζί τους. Τό περιβάλλον αὐτοῦ τοῦ ψηφιακοῦ κόσμου θά δώσει καί θά λάβει ἐρεθίσματα σωτήρια, τέτοια πού εἶναι καί τά μηνύματα τοῦ εὐαγγελίου. Ἡ κίνηση αὐτή θά τελεσφορήσει μέσα ἀπό τή συνδρομή μιᾶς ὁμάδας δασκάλων καί καθηγητῶν πού θά παίξουν τόν ρόλο τοῦ διαχειριστῆ τοῦ ἐνοριακοῦ φόρουμ. Ἔργο ἐπίπονο, ὑπεύθυνο ἀλλά καί ἑλκυστικό. Τούς χρωστᾶμε εὐγνωμοσύνη γιά τήν ἀνιδιοτελή προσφορά τους.

    Γιά ἐμᾶς ὡς ποιμένες αὐτή ἡ προσπάθεια εἶναι μέρος ἑνός συνολικότερου ποιμαντικοῦ ἐγχειρήματος, τό ὁποῖο σκοπεύει νά δώσει τό στῖγμα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης στά νέα παιδιά μέσα ἀπό ἕνα σύγχρονο περιβάλλον κατήχησης. Δέν λησμονοῦμε ὅτι τό διαδίκτυο εἶναι τό μέσο, μέρος τῆς διαδρομῆς πού ἔχουμε νά διανύσουμε καί ὄχι ὁ προορισμός μας. Ἐπίσης, πρωτεύοντα ρόλο, ἀναντικατάστατο καί τελικός ὑποδοχέας τῆς προσπάθειας αὐτῆς πού ἀναζητᾶ τίς ὑπαρξιακές ἐπιπτώσεις στήν ἀποδοχή τῆς πίστης εἶναι καί παραμένει ἡ χριστιανική κοινότητα, ἡ ἐκκλησία στήν ἱστορική, ἐνθαδική της καί ψηλαφητή ἐκδοχή, ὅπου καί συντελεῖται τό μέγα μυστήριο τῆς σωτηρίας. Ἡ σύνδεση αὐτῆς τῆς προσπάθειας μέ τήν ἐκκλησιαστική ζωή καθώς καί ἡ τελική ἀναφορά της σ’ αὐτήν δικαιώνει τήν πρόσληψη καί χρήση τῶν διαδικτυακῶν τεχνολογιῶν καί τό διαμεσολαβητικό τους ρόλο. Τά μέσα αὐτά σέ καμιά περίπτωση δέν ἐπιτρέπεται νά μετατραποῦν σέ αὐτοσκοπό. Ἄν ἡ ἱστορική σάρκα τῆς ἐκκλησίας ἔχει μιά εἰκονική καί παραπεμπτική λειτουργία σέ σχέση μέ τά ἔσχατα πράγματα, πού σηματοδοτοῦν ἀπόλυτα μεταϊστορικές πραγματικότητες, ἀκόμη καί ὅταν τά προγεύεσαι, πόσο περισσότερο τά τεχνικά μέσα καί προϊόντα τῆς ἀνθρώπινης ἐπιστήμης, ἑνός καιροῦ καί μιᾶς ἐποχῆς, ἔχουν ἕναν χρηστικό, περιορισμένο καί σχετικό-ἐργαλειακό χαρακτήρα πού μᾶς παραπέμπει σέ πραγματικότητες πέραν αὐτῶν πού χρησιμοποιεῖ ἤ σηματοδοτεῖ. Εὐχόμαστε νά εἶναι πλούσια ἡ συγκομιδή ἀπό τή σπορά τοῦ ἐνοριακοῦ φόρουμ σέ ἐποχή πού πολλές καί μεγάλες θεολογικές προκλήσεις ἀναδύονται μπροστά στόν σύγχρονο ἄνθρωπο.

Μέ ἐγκάρδιες εὐχές γιά ἐν Χριστῷ προκοπή καί εὐημερία,
Πρωτοπρεσβύτερος Α Θ Α Ν Α Σ Ι Ο Σ   Χ Υ Τ Α Σ