ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

 

1. Σεβ. Μητροπολίτης Κασσανδρείας κ. Νικόδημος (κατά κόσμον Κωνσταντῖνος Κορακής)

 

ΙΕΡΕΙΣ & ΔΙΑΚΟΝΟΙ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

 

1. π. Ἀθανάσιος Χύτας[1] (2006-

2. π. Ἰάκωβος Ἐλ Κούρι[Jacques El Khoury][2] (2009-2010)

3. π. Κωνσταντῖνος Πετράκης[3](2011-

 

[1] Ἀρ. Πρωτ. 209/23-3-2006 ΜΚ, διοριστήριο.
[2] Ἀρ. πρωτ. 222/23-3-2009 ΜΚ. Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε τόν Ἰούλιο τοῦ 2010 καί ὑπηρέτησε στήν ἐνορία μέχρι τόν Ὀκτώβριο τοῦ ἴδιου ἔτους.
[3] Ἀρ. πρωτ. 99/14-2-2011 ΜΚ.


 

ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑΣ

    Ἡ Μητρόπολη Κασσανδρείας ἐκτείνεται σέ ἕνα μεγάλο γεωγραφικό εὖρος τῆς χερσονήσου τῆς Χαλκιδικῆς καί περιλαμβάνει στή δικαιοδοσία της 78 ἐνορίες πού βρίσκονται τόσο στά ὅρια τοῦ νόμου Χαλκιδικῆς ὅσο καί τοῦ νόμου Θεσσαλονίκης. Συνορεύει μέ τίς Μητροπόλεις (α) Θεσσαλονίκης, (β) Νέας Κρήνης καί Καλαμαριᾶς, (γ) Ἱερισσοῦ, Ἅγιου ὅρους καί Ἀρδαμερίου.

    Ἡ ἱστορία τῆς ἐπισκοπῆς αὐτῆς ἀνάγεται μέ προφορική παράδοση στά χρόνια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος κατά τή δεύτερη περιοδεία του περνάει ἀπό τή Χαλκιδική καί γιά μικρό διάστημα παραμένει στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Ν. Φώκαιας, ὅπου βρίσκεται καί ἁγίασμα στό ὄνομά του. Ἡ παλαιότερη γραπτή μαρτύρια παρουσίας ἐπισκόπου Κασσανδρείας διασώζεται στά πρακτικά τῆς ἀντικανονικῆς ἤ <<ληστρικῆς>> ὅπως ὀνομάστηκε Συνόδου, ἡ ὁποία ἔλαβε χώρα στήν Ἔφεσο τό 449 μ.Χ., ὡς <<Ἑρμογένης Κασσανδρείας Μακεδονίας πρώτης>>. Ἐπίσης, τά διαφορά σπαράγματα ἀπό παλαιοχριστιανικούς Ναούς (θωράκια τέμπλου, κίονες, βάση ἄμβωνα στόν Βάβδο, καί ψηφιδωτό δάπεδο στή Νικητή, κ.ἄ.) ποῦ χρονολογοῦνται ἀπό τόν 4ο καί 5ο αἰώνα δηλώνουν τήν ἀρχαιότατη ἑδραιωμένη παρουσία τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν περιοχή.

    Ἡ ἱστορία τῆς Μητρόπολης Κασσανδρείας εἶναι ἀσαφής μετά τίς καταστροφές τῶν βόρειων φύλλων (Οὔνων) κατά τόν 6ο αἰώνα, ἐνῶ ἀπό τόν 9ο αἰώνα καί ἐφεξῆς τά ὅποια στοιχεῖα γιά τήν ἱστορία τῆς περιοχῆς μᾶς σώζονται στά διαφορά ἔγγραφα τῶν μονῶν του Ἅγιου Ὅρους. Στά <<Τακτικά>> τοῦ Λέοντος τοῦ σοφοῦ, Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου, Τσιμισκῆ, μέχρι Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1118 μ.Χ.) ἡ Κασσανδρείας ἀναφέρεται ὡς ἐπισκοπή <<τοῦ Θεσσαλονίκης τῆς θεσσαλίας>>. Τά ὀνόματα τῶν ἀρχιερέων πού ποίμαναν τήν ἐπισκοπή Κασσανδρείας μᾶς εἶναι γνωστά ἀπό τό 1603 μέχρι σήμερα μέ ἐνδιάμεσο κενό τά ἔτη 1680-1750. Ὁ τόπος τῆς Χαλκιδικῆς γνώρισε τήν προσάρτησή του σέ Σέρβους, Βένετους, καί Τούρκους. Τό 1870, ἐπί Μητροπολίτη Κασσανδρείας Γρηγορίου, ἡ ἕδρα τῆς Μητροπόλεως μεταφέρθηκε ἀπό τήν Κασσάνδρεια (Βάλτα) στό διοικητικό κέντρο τῆς Χαλκιδικῆς, τόν Πολύγυρο, στόν ὁποῖο καί παραμένει ἕως σήμερα.

    Πολλοί σπουδαῖοι ἱεράρχες κόσμησαν τόν ἐπισκοπικό θρόνο τῆς Μητροπόλεως, ὅπως ὁ Κασσανδρείας Ἰάκωβος, μετέπειτα Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, καί, τελευταίοι, σέ περιόδους πολιτικές ἰδιαίτερα κρίσιμες, ὅπως ὁ ἀπό Μελενίκου Κασσανδρείας, Εἰρηναῖος. Στά χρόνια τοῦ Μακεδονικοῦ ἀγώνα ὁ ἄλλοτε ἐπιφανής σχολάρχης τῆς Χάλκης βοήθησε ἀποτελεσματικά στήν ὁμαλή ἀπομάκρυνση τῶν Τούρκων ἀπό τόν Πολύγυρο καί τήν ἀποσώβηση τῆς πυρπόλυσής του τότε, ὅπως καί ἀργότερα ἐπί Γερμανικῆς κατοχῆς μέ τά βουλγαρικά στρατεύματα νά ἐπιχειροῦν ἕνα ἀντίστοιχο καταστροφικό ἔργο κατά τήν ἀποχώρησή τους. Στά χρόνια τῆς ἀρχιερατείας του ἡ Μητρόπολη ἀπέκτησε γιά πρώτη φορά ἰδιόκτητο Μητροπολιτικό οἴκημα. Μιά ἄλλη μορφή πού ἐπί πολλά ἔτη κυβέρνησε θεάρεστα τήν τοπική Ἐκκλησία (1960-2000) ἦταν ὁ συνετός Μητροπολίτης Κασσανδρείας κ. Συνέσιος. Τήν παράδοση τῶν προγενέστερων ἐπιφανῶν ἀνδρῶν ἀκολουθεῖ ὁ νῦν Μητροπολίτης κ. Νικόδημος, μέ ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον γιά τήν εὐταξία καί εὐπρέπεια τῶν ἐνοριῶν καί τῶν μοναστικῶν καθιδρυμάτων.

    Πρέπει ἐπίσης νά σημειωθεῖ ὅτι ὁ πληθυσμός τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιφέρειας αὐτῆς ἀποτελεῖται κυρίως ἀπό ντόπιο καί προσφυγικό στοιχεῖο, ἐνῶ κατά τήν περίοδο τοῦ θέρους εἶναι τεράστια ἡ αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ πού παρατηρεῖται στίς παραθαλάσσιες περιοχές. Μεγάλες πανηγύρεις τῆς Μητροπόλεως πραγματοποιοῦνται στή γιορτή τοῦ ἅγιου Μάμαντα 2 Σεπτεμβρίου, τοῦ ἁγίου Χριστοδούλου τοῦ Κασσανδρεινοῦ 28 Ἰουλίου, τῆς Παναγίας τῆς Κορυφινῆς στά Ν. Μουδανιά καί ἀλλοῦ.